Τι σημαίνει το mettre de côté στο Γαλλικά;

Ποια είναι η σημασία της λέξης mettre de côté στο Γαλλικά; Το άρθρο εξηγεί την πλήρη σημασία, την προφορά μαζί με δίγλωσσα παραδείγματα και οδηγίες για τον τρόπο χρήσης του mettre de côté στο Γαλλικά.

Η λέξη mettre de côté στο Γαλλικά σημαίνει βάζω στην άκρη, φυλάω, κρατάω, βάζω στην άκρη, αποταμιεύω, βάζω στην άκρη, αποταμιεύω, αποθηκεύω, κρύβω, φυλάω, βάζω στην άκρη, αποθηκεύω, φυλάω, βάζω στην άκρη, αγνοώ, αψηφώ, δεν δίνω σημασία, κρύβω, κάνω στην άκρη, κάνω πέρα, βάζω κτ στην άκρη, βάζω κτ στην μπάντα, βάζω στην άκρη, κρατάω, κρατώ, φυλάω, φυλώ, κρύβω, κρατάω, βάζω στην άκρη, κρατάω, κρατώ, αφήνω στην άκρη, αφήνω στην άκρη, κάνω στην άκρη, βάζω στην άκρη, βάζω στην άκρη, παραμερίζω, φυλάω, κρατάω, κρατάω, κρατάω, κρατώ, φυλάω, φυλώ, αφήνω κτ στο ράφι, αφήνω κτ στον πάγκο. Για να μάθετε περισσότερα, δείτε τις λεπτομέρειες παρακάτω.

Ακούστε την προφορά

Σημασία της λέξης mettre de côté

βάζω στην άκρη

verbe transitif (μεταφορικά)

(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.)
Je mets ça de côté pour le moment, je le mangerai plus tard.
Θα το βάλω στην άκρη και θα το φάω αργότερα.

φυλάω, κρατάω

verbe transitif (κάτι για κάποιον)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)

βάζω στην άκρη

verbe transitif

(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.)
J'ai dû mettre de côté mes projets de mariage jusqu'à ce que ma mère récupère.

αποταμιεύω

(χρήματα)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Agnes met de côté une partie de son salaire chaque mois pour avoir de l'argent en cas de besoin.
Κάθε μήνα, η Αγνή αποταμιεύει μέρος των χρημάτων του μισθού της, για να έχει, σε περίπτωση που τα χρειαστεί.

βάζω στην άκρη, αποταμιεύω

verbe transitif

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Estelle a mis de côté quelques sandwichs au cas où elle aurait faim plus tard dans la journée.

αποθηκεύω

locution verbale

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Il mettait toujours de côté ses boîtes à œufs, sous prétexte que ça pouvait servir.

κρύβω

verbe transitif

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
J'ai mis de côté de l'argent pour les jours difficiles, alors c'est moi qui offre le déjeuner.

φυλάω, βάζω στην άκρη

verbe transitif

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)

αποθηκεύω, φυλάω

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
J'essaie de mettre de l'argent de côté pour les vacances d'été.

βάζω στην άκρη

(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.)

αγνοώ, αψηφώ, δεν δίνω σημασία

verbe transitif

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Mettons ce problème de côté pour l'instant et penchons-nous sur des questions plus urgentes. Il trouvait le problème trop difficile, alors il l'a mis de côté.
Ασ αγνοήσουμε προς το παρόν αυτό το πρόβλημα και ας ασχοληθούμε με πιο σημαντικά ζητήματα.

κρύβω

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Pendant des années, la vieille dame avait mis de l'argent de côté dans des boîtes à chaussures et des tiroirs.
Για χρόνια η ηλικιωμένη κυρία έκρυβε τα χρήματά της σε κουτιά παπουτσιών και σε συρτάρια.

κάνω στην άκρη, κάνω πέρα

verbe transitif (μεταφορικά)

(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.)
Έκαναν στην άκρη τα σχέδια για ένα νέο εμπορικό κέντρο λόγω της ανάγκης κατασκευής εκατοντάδων νέων κατοικιών.

βάζω κτ στην άκρη, βάζω κτ στην μπάντα

locution verbale (καθομιλουμένη)

(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.)

βάζω στην άκρη

(de l'argent) (μεταφορικά)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Chaque année, je mets de côté de l'argent pour me payer une nouvelle voiture.
Κάθε χρόνο βάζω στην άκρη κάποια χρήματα, για να αγοράσω καινούργιο αμάξι.

κρατάω, κρατώ, φυλάω, φυλώ

verbe transitif

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
C'est une bonne idée de mettre de l'argent de côté pour des besoins imprévus.

κρύβω

verbe transitif

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Le vieil homme mettait ses économies de côté dans une boîte à chaussure.
Ο γέρος έκρυψε τις αποταμιεύσεις του σε ένα κουτί παπουτσιών.

κρατάω

verbe transitif (ρεζερβέ)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Mettez ces tables de côté pour le directeur et son équipe.
Κράτησε αυτά τα τραπέζια σε μια άκρη για το διευθυντή και την ομάδα του.

βάζω στην άκρη

verbe transitif (économiser) (καθομιλουμένη)

(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.)
Elle a mis de côté l'argent qu'elle a gagné à la loterie au lieu de le dépenser.

κρατάω, κρατώ

verbe transitif

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Jim a mis de côté deux parts de gâteau pour lui et Maria pour manger plus tard avant de servir le reste à ses invités.

αφήνω στην άκρη

verbe transitif

(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.)
Mets ton travail de côté, c'est l'heure de déjeuner.
Άφησε στην άκρη ο,τι κάνεις· είναι ώρα να φάμε μεσημεριανό.

αφήνω στην άκρη, κάνω στην άκρη, βάζω στην άκρη

(μεταφορικά)

(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.)
Mettons de côté nos divergences afin de trouver une solution à ce problème commun.
Ας αφήσουμε στην άκρη τις διαφορές μας για να μπορέσουμε να βρούμε μια λύση για το κοινό μας πρόβλημα.

βάζω στην άκρη, παραμερίζω

verbe transitif (figuré) (μεταφορικά)

(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.)
Mettez vos peurs de côté et sautez à l'eau.
Παραμερίστε τους φόβους σας και πηδήξτε στο νερό.

φυλάω, κρατάω

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Η οικογένεια κράτησε το ένα υπνοδωμάτιο για να το χρησιμοποιεί για τους επισκέπτες.

κρατάω

(δεν χρησιμοποιώ)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Je vais garder certaines de ces conserves pour l'été prochain.
Θα βάλω στη άκρη λίγη από αυτή την κομπόστα για το επόμενο καλοκαίρι.

κρατάω, κρατώ, φυλάω, φυλώ

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Nous gardions quelques euros en cas d'urgence.

αφήνω κτ στο ράφι, αφήνω κτ στον πάγκο

(définitivement) (μεταφορικά)

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)
À contrecœur, l'équipe a décidé d'abandonner le projet car elle n'avait pas assez de fonds pour continuer.
Η ομάδα αποφάσισε διστακτικά να εγκαταλείψει το πρότζεκτ, καθώς δεν είχαν αρκετά χρήματα για να συνεχίσουν.

Ας μάθουμε Γαλλικά

Λοιπόν τώρα που γνωρίζετε περισσότερα σχετικά με την έννοια του mettre de côté στο Γαλλικά, μπορείτε να μάθετε πώς να τα χρησιμοποιείτε μέσω επιλεγμένων παραδειγμάτων και πώς να διαβάστε τις. Και θυμηθείτε να μάθετε τις σχετικές λέξεις που προτείνουμε. Ο ιστότοπός μας ενημερώνεται συνεχώς με νέες λέξεις και νέα παραδείγματα, ώστε να μπορείτε να αναζητήσετε τη σημασία άλλων λέξεων που δεν γνωρίζετε στο Γαλλικά.

Σχετικές λέξεις του mettre de côté

Γνωρίζετε για το Γαλλικά

Γαλλικά (le français) είναι μια ρομανική γλώσσα. Όπως τα ιταλικά, τα πορτογαλικά και τα ισπανικά, προέρχεται από τα δημοφιλή λατινικά, που κάποτε χρησιμοποιήθηκαν στη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία. Ένα γαλλόφωνο άτομο ή χώρα μπορεί να ονομαστεί «γαλλόφωνος». Τα γαλλικά είναι η επίσημη γλώσσα σε 29 χώρες. Τα γαλλικά είναι η τέταρτη πιο ομιλούμενη μητρική γλώσσα στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Τα γαλλικά κατατάσσονται στην τρίτη θέση στην ΕΕ, μετά τα αγγλικά και τα γερμανικά, και είναι η δεύτερη πιο ευρέως διδασκόμενη γλώσσα μετά τα αγγλικά. Η πλειοψηφία του γαλλόφωνου πληθυσμού του κόσμου ζει στην Αφρική, με περίπου 141 εκατομμύρια Αφρικανούς από 34 χώρες και περιοχές που μπορούν να μιλούν γαλλικά ως πρώτη ή δεύτερη γλώσσα. Τα γαλλικά είναι η δεύτερη πιο ευρέως ομιλούμενη γλώσσα στον Καναδά, μετά τα αγγλικά, και οι δύο είναι επίσημες γλώσσες σε ομοσπονδιακό επίπεδο. Είναι η πρώτη γλώσσα 9,5 εκατομμυρίων ανθρώπων ή το 29% και η δεύτερη γλώσσα 2,07 εκατομμυρίων ανθρώπων ή το 6% του συνόλου του πληθυσμού του Καναδά. Σε αντίθεση με άλλες ηπείρους, τα γαλλικά δεν έχουν δημοτικότητα στην Ασία. Επί του παρόντος, καμία χώρα στην Ασία δεν αναγνωρίζει τα γαλλικά ως επίσημη γλώσσα.