Τι σημαίνει το faveur στο Γαλλικά;

Ποια είναι η σημασία της λέξης faveur στο Γαλλικά; Το άρθρο εξηγεί την πλήρη σημασία, την προφορά μαζί με δίγλωσσα παραδείγματα και οδηγίες για τον τρόπο χρήσης του faveur στο Γαλλικά.

Η λέξη faveur στο Γαλλικά σημαίνει χάρη σε ειδική περίπτωση, αποδοχή, προτίμηση, συμπάθεια, χάρη, έκκληση, υπερασπίζομαι, διεκδικώ δικαιώματα, υπερασπίζομαι, επιχειρηματολογώ, υποστηρίζω, υπέρ, υποστηρίζω, υπερασπίζομαι, υπέρ, δωρεάν, δημοφιλής, λαϊκός, για μαζική κατανάλωση, υπέρ, υπέρ σου, υπό τον μανδύα του, στο σκοτάδι, ευνοϊκή μεταχείριση, ειδική μεταχείριση, υπέρ, υπέρ, υποστηρίζω, κάνω έκκληση, ζητώ μια χάρη, λέω μια καλή κουβέντα για κπ/κτ, λέω έναν καλό λόγο για κπ/κτ, προωθώ, ασκώ πίεση, υπέρ, δωρεάν, προτίμηση σε κτ/κτ, όσοι είναι υπέρ, ζητώ μια χάρη, ζητώ μια χάρη, κάνω διακρίσεις, υποστηρίζω κτ, υποστηρίζω, κάνω διακρίσεις υπέρ κάποιου. Για να μάθετε περισσότερα, δείτε τις λεπτομέρειες παρακάτω.

Ακούστε την προφορά

Σημασία της λέξης faveur

χάρη σε ειδική περίπτωση

nom féminin

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)
Comme faveur, il a eu le droit de se coucher plus tard le jour de son anniversaire.

αποδοχή

nom féminin

(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.)
Ce produit a la faveur des professionnels urbains.
Το προϊόν έχει ευρεία αποδοχή από τους επαγγελματίες των αστικών περιοχών.

προτίμηση, συμπάθεια

(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.)

χάρη

(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.)
Rends-moi service et prête-moi 50 $.
Κάνε μου τη χάρη και δάνεισέ μου 50 δολάρια.

έκκληση

(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.)
Gareth fit appel à leur clémence, en vain.
Η έκκληση του Γκάρεθ για έλεος δεν εισακούστηκε.

υπερασπίζομαι, διεκδικώ δικαιώματα

(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.)

υπερασπίζομαι, επιχειρηματολογώ, υποστηρίζω

(ρήμα αμετάβατο: Δεν συνδυάζεται με αντικείμενο, π.χ. κοιμάμαι, διψάω, πεινάωκλπ.)
Le rapport défend un point de vue selon lequel les politiques actuelles sont inadéquates.

υπέρ

(πρόθεση: Συνδυάζεται με επίρρημα ή ουσιαστικό και φανερώνει τρόπο, χρόνο, τόπο κλπ, π.χ. έρχομαι από το σχολείο, πηγαίνω προς το σπίτι κλπ.)
Je suis pour l'idée de l'Union européenne mais en pratique sa réglementation semble souvent injuste.
Είμαι υπέρ της ύπαρξης της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αλλά, συχνά, στην πράξη, οι κανονισμοί της είναι, μάλλον, άδικοι.

υποστηρίζω

(κάτι ή ότι πρέπει να γίνει κάτι)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Généralement, les membres de la NRA soutiennent le parti républicain.
ⓘCette phrase n'est pas une traduction de la phrase originale. Υποστήριζε ότι πρέπει να αυξηθούν οι φόροι.

υπερασπίζομαι

(Droit et courant)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
L'accusé a choisi d'avoir recours à un avocat pour le défendre lors du procès. Nancy aime défendre son point de vue.
Ο κατηγορούμενος προσέλαβε έναν δικηγόρο για να υπερασπιστεί την υπόθεσή του στο δικαστήριο.

υπέρ

(πρόθεση: Συνδυάζεται με επίρρημα ή ουσιαστικό και φανερώνει τρόπο, χρόνο, τόπο κλπ, π.χ. έρχομαι από το σχολείο, πηγαίνω προς το σπίτι κλπ.)
Il était pour le plan, mais sa femme était contre.
Αυτός ήταν υπέρ του σχεδίου, αλλά η γυναίκα του ήταν κατά. Είναι υπέρ του φιλελεύθερου υποψήφιου για τη δημαρχία.

δωρεάν

(επίθετο: Περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ.ψηλός άντρας, καλός καιρός κλπ, και αλλάζει ανάλογα με το γένος, π.χ.καλός, καλή, καλό)

δημοφιλής, λαϊκός, για μαζική κατανάλωση

locution adjectivale

(επίθετο: Περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ.ψηλός άντρας, καλός καιρός κλπ, και αλλάζει ανάλογα με το γένος, π.χ.καλός, καλή, καλό)

υπέρ

(πρόθεση: Συνδυάζεται με επίρρημα ή ουσιαστικό και φανερώνει τρόπο, χρόνο, τόπο κλπ, π.χ. έρχομαι από το σχολείο, πηγαίνω προς το σπίτι κλπ.)
Peu d'électeurs sont en faveur de la réforme.

υπέρ σου

locution adverbiale

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)

υπό τον μανδύα του

(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.)
Ο υποψήφιος κατηγόρησε τον αντίπαλό του ότι προώθησε τα δικά του συμφέροντα υπό τον μανδύα του πατριωτισμού.

στο σκοτάδι

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)

ευνοϊκή μεταχείριση

nom masculin

Bien sûr qu'il a un traitement de faveur : c'est son père le patron ! // Les clients réguliers ont un traitement de faveur parce qu'ils représentent 80 % de nos revenus.

ειδική μεταχείριση

(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.)
Billy a reçu un traitement de faveur à l'hôpital parce que sa maladie était très sérieuse.

υπέρ

(πρόθεση: Συνδυάζεται με επίρρημα ή ουσιαστικό και φανερώνει τρόπο, χρόνο, τόπο κλπ, π.χ. έρχομαι από το σχολείο, πηγαίνω προς το σπίτι κλπ.)
En 2008, plus d'Américains étaient en faveur de Barack Obama que de John McCain.

υπέρ

(με γενική)

(πρόθεση: Συνδυάζεται με επίρρημα ή ουσιαστικό και φανερώνει τρόπο, χρόνο, τόπο κλπ, π.χ. έρχομαι από το σχολείο, πηγαίνω προς το σπίτι κλπ.)

υποστηρίζω

locution verbale

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)

κάνω έκκληση

locution verbale

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)
La star de cinéma a lancé un appel en faveur des victimes du tremblement de terre.

ζητώ μια χάρη

locution verbale

Je peux te demander un service ? Est-ce que tu pourrais arroser le jardin en mon absence ?
Μπορώ να ζητήσω μια χάρη; Θα μπορούσες να ποτίζεις τον κήπο μου όσο θα λείπω;

λέω μια καλή κουβέντα για κπ/κτ, λέω έναν καλό λόγο για κπ/κτ

(dispute)

(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.)
Papa est fâché contre ma grande sœur ; Papi va plaider en sa faveur.

προωθώ, ασκώ πίεση

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)

υπέρ

(με γενική)

(πρόθεση: Συνδυάζεται με επίρρημα ή ουσιαστικό και φανερώνει τρόπο, χρόνο, τόπο κλπ, π.χ. έρχομαι από το σχολείο, πηγαίνω προς το σπίτι κλπ.)

δωρεάν

(επίθετο: Περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ.ψηλός άντρας, καλός καιρός κλπ, και αλλάζει ανάλογα με το γένος, π.χ.καλός, καλή, καλό)

προτίμηση σε κτ/κτ

nom masculin

(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.)
Le système électoral souffre de parti pris en faveur d'un parti précis.

όσοι είναι υπέρ

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)
Que tous ceux en faveur de la motion disent "oui".
Όσοι είναι υπέρ της πρότασης, να πουν «Ναι».

ζητώ μια χάρη

locution verbale (από κάποιον)

ζητώ μια χάρη

locution verbale (από κάποιον)

Μπορώ να σου ζητήσω μια χάρη;

κάνω διακρίσεις

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)
Cette université ne fait pas de discrimination entre les sexes.

υποστηρίζω κτ

(ιδέα)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Le principal a plaidé en faveur de l'augmentation du nombre de professeurs au dernier conseil.
Στην τελευταία συνεδρίαση του συλλόγου, ο διευθυντής του σχολείου επιχειρηματολόγησε υπέρ του διορισμού περισσότερων καθηγητών.

υποστηρίζω

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Le sénateur n’appuiera jamais ce projet de loi : il va à l'encontre de ses principes.
Ο γερουσιαστής δεν θα υποστηρίξει ποτέ αυτό το νομοσχέδιο. Είναι ενάντια στις αρχές του!

κάνω διακρίσεις υπέρ κάποιου

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)
L'arbitre semble faire de la discrimination en faveur de l'équipe locale.

Ας μάθουμε Γαλλικά

Λοιπόν τώρα που γνωρίζετε περισσότερα σχετικά με την έννοια του faveur στο Γαλλικά, μπορείτε να μάθετε πώς να τα χρησιμοποιείτε μέσω επιλεγμένων παραδειγμάτων και πώς να διαβάστε τις. Και θυμηθείτε να μάθετε τις σχετικές λέξεις που προτείνουμε. Ο ιστότοπός μας ενημερώνεται συνεχώς με νέες λέξεις και νέα παραδείγματα, ώστε να μπορείτε να αναζητήσετε τη σημασία άλλων λέξεων που δεν γνωρίζετε στο Γαλλικά.

Σχετικές λέξεις του faveur

Γνωρίζετε για το Γαλλικά

Γαλλικά (le français) είναι μια ρομανική γλώσσα. Όπως τα ιταλικά, τα πορτογαλικά και τα ισπανικά, προέρχεται από τα δημοφιλή λατινικά, που κάποτε χρησιμοποιήθηκαν στη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία. Ένα γαλλόφωνο άτομο ή χώρα μπορεί να ονομαστεί «γαλλόφωνος». Τα γαλλικά είναι η επίσημη γλώσσα σε 29 χώρες. Τα γαλλικά είναι η τέταρτη πιο ομιλούμενη μητρική γλώσσα στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Τα γαλλικά κατατάσσονται στην τρίτη θέση στην ΕΕ, μετά τα αγγλικά και τα γερμανικά, και είναι η δεύτερη πιο ευρέως διδασκόμενη γλώσσα μετά τα αγγλικά. Η πλειοψηφία του γαλλόφωνου πληθυσμού του κόσμου ζει στην Αφρική, με περίπου 141 εκατομμύρια Αφρικανούς από 34 χώρες και περιοχές που μπορούν να μιλούν γαλλικά ως πρώτη ή δεύτερη γλώσσα. Τα γαλλικά είναι η δεύτερη πιο ευρέως ομιλούμενη γλώσσα στον Καναδά, μετά τα αγγλικά, και οι δύο είναι επίσημες γλώσσες σε ομοσπονδιακό επίπεδο. Είναι η πρώτη γλώσσα 9,5 εκατομμυρίων ανθρώπων ή το 29% και η δεύτερη γλώσσα 2,07 εκατομμυρίων ανθρώπων ή το 6% του συνόλου του πληθυσμού του Καναδά. Σε αντίθεση με άλλες ηπείρους, τα γαλλικά δεν έχουν δημοτικότητα στην Ασία. Επί του παρόντος, καμία χώρα στην Ασία δεν αναγνωρίζει τα γαλλικά ως επίσημη γλώσσα.