Τι σημαίνει το calentar στο ισπανικά;
Ποια είναι η σημασία της λέξης calentar στο ισπανικά; Το άρθρο εξηγεί την πλήρη σημασία, την προφορά μαζί με δίγλωσσα παραδείγματα και οδηγίες για τον τρόπο χρήσης του calentar στο ισπανικά.
Η λέξη calentar στο ισπανικά σημαίνει ζεσταίνω, ζεσταίνω, εκπέμπω θερμότητα, ξεπιάνομαι ή χαλαρώνω με γυμναστικές ασκήσεις, προθερμαίνομαι, προθερμαίνω, προετοιμάζω για δράση, θερμαίνω, ζεσταίνω, ζεσταίνω, αποθεραπεία, ζεσταίνω, θερμαίνω, ζεσταίνω, ψήνω σε κάμινο, αναμμένος, ξαναμμένος, βάζω κτ να βράσει, ανάβω, ερεθίζω, φτιάχνω, ετοιμάζω, ερεθίζω, διεγείρω, ζεσταίνω, εκνευρίζω, νευριάζω, τρελαίνω, φτιάχνω, ανάβω, τρελαίνω, μιλάω ακατάπαυστα για κτ, μιλώ ακατάπαυστα για κτ, ζεσταίνω, βάζω στα μικροκύματα. Για να μάθετε περισσότερα, δείτε τις λεπτομέρειες παρακάτω.
Σημασία της λέξης calentar
ζεσταίνωverbo transitivo (ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) Te calentaré la cena cuando llegues a casa. Θα σου ζεστάνω το φαγητό ότι ώρα έρθεις σπίτι. |
ζεσταίνωverbo transitivo (ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) Encendí una fogata para calentar la casa. Άναψα μια φωτιά για να ζεστάνω το σπίτι. |
εκπέμπω θερμότηταverbo transitivo Esa pequeña caldera realmente calienta para el tamaño que tiene. |
ξεπιάνομαι ή χαλαρώνω με γυμναστικές ασκήσεις, προθερμαίνομαι
(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) Es importante calentar antes de hacer ejercicio para no hacerte daño en los músculos. |
προθερμαίνω, προετοιμάζω για δράση
(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) El lanzador de baseball calentó su brazo antes del partido. |
θερμαίνω, ζεσταίνωverbo transitivo (ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) Las instrucciones dicen que hay que calentar el agua a temperatura ambiente. Οι οδηγίες λένε να θερμάνουμε το νερό σε θερμοκρασία δωματίου. |
ζεσταίνω
(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) Deberías calentar la leche del bebé antes de dársela. Πρέπει να ζεσταίνεις το γάλα του μωρού πριν το ταΐσεις. |
αποθεραπεία(deporte) (ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.) |
ζεσταίνωverbo transitivo (ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) Nos sentamos cerca del fuego para calentar nuestros dedos congelados. |
θερμαίνωverbo transitivo (ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) El químico calentó la muestra en el quemador Bunsen. |
ζεσταίνωverbo transitivo (ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) |
ψήνω σε κάμινο
(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.) |
αναμμένος, ξαναμμένος(καθομιλουμένη, άκομψο) (επίθετο: Περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ.ψηλός άντρας, καλός καιρός κλπ, και αλλάζει ανάλογα με το γένος, π.χ.καλός, καλή, καλό) Sus caricias sensuales la han excitado. Τα αισθησιακά χάδια του την έκαναν να νιώσει ξαναμμένη. |
βάζω κτ να βράσει
(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.) Voy a poner a hervir la tetera y nos tomamos una taza de té. Θα βάλω να βράσει ο βραστήρας και μετά θα πιούμε ένα ωραίο φλυντζάνι τσάι. |
ανάβω, ερεθίζω, φτιάχνω(ES, coloquial) (μεταφορικά) (ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) Ese tío me puso y no me pude resistir. Με άναψε και εγώ απλά δεν μπόρεσα να αντισταθώ. |
ετοιμάζωlocución verbal (ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) Kate calentó el vino con especias e invitó a sus amigos a casa. |
ερεθίζω, διεγείρω
(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) La escena sensual de la película excitó a Rachel. Η ερωτική σκηνή στην ταινία ερέθισε τη Ρέιτσελ. |
ζεσταίνωverbo transitivo (ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) Comieron comida vuelta a calentar que había sobrado de la noche anterior. |
εκνευρίζω, νευριάζωlocución verbal (AR, coloquial) (ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) Era un hombre grande, así que no quería hacerle calentar. Ήταν μεγάλος άνθρωπος. Δεν ήθελα, λοιπόν, να τον εκνευρίσω (or: νευριάσω). |
τρελαίνω, φτιάχνω, ανάβω(coloquial, figurado) (μεταφορικά) (ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) Verte tomando sol me calentaba mucho. |
τρελαίνω(ES, coloquial) (μεταφορικά, καθομιλουμένη) (ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) El modo en que me besas me pone. |
μιλάω ακατάπαυστα για κτ, μιλώ ακατάπαυστα για κτ
(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) Habló sin parar sobre todas las celebridades que había conocido. |
ζεσταίνω
(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) Calentaré las sobras para el almuerzo. Θα ζεστάνω λίγο φαγητό που είχε μείνει για μεσημεριανό. |
βάζω στα μικροκύματαlocución verbal (έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) Calienta por un par de minutos la sopa en el microondas y luego sirve. Βάλε τη σούπα στα μικροκύματα για δυο λεπτά και μετά σέρβιρέ την. |
Ας μάθουμε ισπανικά
Λοιπόν τώρα που γνωρίζετε περισσότερα σχετικά με την έννοια του calentar στο ισπανικά, μπορείτε να μάθετε πώς να τα χρησιμοποιείτε μέσω επιλεγμένων παραδειγμάτων και πώς να διαβάστε τις. Και θυμηθείτε να μάθετε τις σχετικές λέξεις που προτείνουμε. Ο ιστότοπός μας ενημερώνεται συνεχώς με νέες λέξεις και νέα παραδείγματα, ώστε να μπορείτε να αναζητήσετε τη σημασία άλλων λέξεων που δεν γνωρίζετε στο ισπανικά.
Σχετικές λέξεις του calentar
Ενημερωμένες λέξεις του ισπανικά
Γνωρίζετε για το ισπανικά
Τα ισπανικά (español), επίσης γνωστή ως Castilla, είναι μια γλώσσα της ιβηρορομανικής ομάδας των ρομανικών γλωσσών και η 4η πιο κοινή γλώσσα στον κόσμο σύμφωνα με ορισμένες πηγές, ενώ άλλες την αναφέρουν ως 2η ή 3η πιο κοινή γλώσσα. Είναι η μητρική γλώσσα περίπου 352 εκατομμυρίων ανθρώπων και ομιλείται από 417 εκατομμύρια άτομα όταν προσθέτουμε τους ομιλητές της ως γλώσσα. δευτερεύουσα (εκτιμάται το 1999). Τα ισπανικά και τα πορτογαλικά έχουν πολύ παρόμοια γραμματική και λεξιλόγιο· Ο αριθμός παρόμοιου λεξιλογίου αυτών των δύο γλωσσών είναι έως και 89%. Τα ισπανικά είναι η κύρια γλώσσα 20 χωρών σε όλο τον κόσμο. Υπολογίζεται ότι ο συνολικός αριθμός των ομιλητών της Ισπανικής είναι μεταξύ 470 και 500 εκατομμύρια, καθιστώντας τα δεύτερη πιο ευρέως ομιλούμενη γλώσσα στον κόσμο ως προς τον αριθμό των φυσικών ομιλητών.