O que significa que em Grego?

Qual é o significado da palavra que em Grego? O artigo explica o significado completo, a pronúncia junto com exemplos bilíngues e instruções sobre como usar que em Grego.

A palavra que em Grego significa τι, οποίος, που, έχω μια δόση, πόσο, τι, που, που, ας, που, ότι, πως, στον οποίο, οποίος, τι, αυτός, τι, τι, πώς, ό,τι, τι, τι, τι, τι, που τρέχει, παχυντικός, θρεπτικός, που μπορεί να επαναληφθεί, μεταπωλήσιμος, που δημιουργεί μόδα, που δημιουργεί τάσεις, στήριξης βάρους, φόρτισης βάρους, ετοιμοθάνατος, ελαφρυντικός, που ξεπροβάλλει, που βγαίνει, που ανατέλλει, ανέκφραστος, που ωθεί, ό,τι νά 'ναι, στο τέλος, τελικά, επιτέλους, εκείνη την περίοδο, εκείνη την χρονική στιγμή, τότε, φυσικά, έτσι φαίνεται, ενώ, απ' όπου, περισσεύω, μένω, προκειμένου, τέλεια!, φανταστικά!, κρίμα, άντε γαμήσου, άντε και γαμήσου, άι γαμήσου, Συγγνώμη;, Με συγχωρείτε;, Παρακαλώ;, τέλεια, Στο διάολο! Άι στο διάολο!, αυτός που κλέβει, αυτός που δεν παίζει τίμια, κοκκιώδης υφή, υπερσυντέλικος, αμφιταλαντευόμενος, υποδηματοποιός που φτιάχνει μπότες, πρέπει, αποδεικνύω, κάνω τα στραβά μάτια, σαν, ερχόμενος, προσεχής, επόμενος, στον ορίζοντα, μη χορταστικός, που αναφέρεται στον υπερσυντέλικο, αγγλόφωνος, φήμες, διαδόσεις, εναέρια ακροβατικά, βυθομέτρης, σαν, Στο διάολο!, Στο διάβολο!, εφόσον, αφού, χορταστικός, έτσι, καθώς, όπως, πώς, όπως, ρουφήχτρα, διογκούμενος, που καταλαμβάνει μικρό χώρο, αυτός που είναι κατά, γλοιώδης χαρακτήρας, δόλωμα, πώς και...;, ελπίζοντας πως, με την ελπίδα πως, γιατί;, τι θα έλεγες να, που αναπηδάει, που αναπηδά, καυτός, που αξίζει, που περνάει, ωριαίος, ο έχων την όρασή του, συρρικνούμενος, συνδετικός, μη εθιστικός, ανεπικερδής, προσροφητής, που μπορεί να αποφασιστεί, κατάλληλο για φούρνο μικροκυμάτων. Para saber mais, veja os detalhes abaixo.

Ouça a pronúncia

Significado da palavra que

τι

(importância)

O que isso importa?

οποίος

(pessoa que, pessoas que)

Εκείνοι οι οποίοι το έσπασαν δεν είναι εδώ.

που

A comida que comi ontem à noite me deu dor de estômago.

έχω μια δόση

(figurativo)

Η πολιτική προσλήψεων του διευθυντή μου έχει μια δόση νεποτισμού.

πόσο, τι

Que gentil da tua parte!
Πόσο (or: Τι) ευγενικό εκ μέρους σου!

που

(cláusula restritiva)

A comida que sobrar será jogada fora.
Το φαγητό το οποίο περίσσεψε θα περταχτεί.

που

(no qual, na qual)

Pela direção em que ele ia, eu diria que ele se dirigia à cidade.
Από την κατεύθυνση που πήρε, θα έλεγα ότι πηγαίνει στην πόλη.

ας

(expressando um desejo)

Que as suas crianças sempre sejam saudáveis e felizes!
Μακάρι να είναι πάντα υγιή και ευτυχισμένα τα παιδια.

που

Ele estava com tanta fome que pôde ouvir o estômago dele roncando.
Πεινούσε τόσο πολύ που άκουγε το στομάχι του να γουργουρίζει.

ότι, πως

Ele falou que não queria ir.
Είπε ότι (or: πως) δεν ήθελε να φύγει.

στον οποίο

Eu disse "não", ao que ele replicou: "Por que não?"
Είπα «Όχι», στο οποίο μου απάντησε αγανακτισμένος «Γιατί όχι;»

οποίος

O macaco que o veterinário escolheu da tribo era muito amigável.
Η μαϊμού που επέλεξε ο φύλακας από την φυλή, ήταν πολύ φιλική.

τι

O que queres comer?
Τι θέλεις να φας;

αυτός

O que me surpreende é que o cachorro sempre encontra o caminho pra casa.
Αυτό που με εξέπληξε είναι πως ο σκύλος βρήκε το δρόμο για το σπίτι.

τι

(repita o que disse)

O quê? Não te escutei.
Ορίστε (or: Πώς); Δε σε άκουσα.

τι, πώς

O quê? Você não fez isso!
Τι (or: Πώς)! Το έκανες στ' αλήθεια;

ό,τι

Ele fez o que eu lhe disse para fazer.
Έκανε αυτό που του είπα να κάνει.

τι

Com o que você se importa?

τι

(saúde)

O que dói? É o seu rim?

τι

(identidade)

O que é isso?

τι

(ocupação)

No que você trabalha no inverno?

που τρέχει

A torneira aberta encheu a bacia.
Η βρύση που έτρεχε γέμισε τον νιπτήρα.

παχυντικός

(BRA, popular) (προκαλεί αύξηση βάρους)

θρεπτικός

που μπορεί να επαναληφθεί

μεταπωλήσιμος

που δημιουργεί μόδα, που δημιουργεί τάσεις

στήριξης βάρους, φόρτισης βάρους

ετοιμοθάνατος

(formal, literário)

Robert foi visitar sua tia moribunda.
Ο Ρόμπερτ επισκέφτηκε την ετοιμοθάνατη θεία του.

ελαφρυντικός

(qualidade)

που ξεπροβάλλει, που βγαίνει, που ανατέλλει

(figurado)

ανέκφραστος

που ωθεί

(δύναμη)

ό,τι νά 'ναι

στο τέλος, τελικά, επιτέλους

Finalmente, eu terminei de escrever aquele relatório!
Επιτέλους, τελείωσα τη σύνταξη εκείνης της έκθεσης.

εκείνη την περίοδο, εκείνη την χρονική στιγμή, τότε

φυσικά

Naturalmente, vou precisar saber aonde você está indo.
Φυσικά και θα πρέπει να ξέρω που πηγαίνεις.

έτσι φαίνεται

(de fato, evidentemente)

ενώ

(formal)

Ele gosta de brócolis, enquanto ela os detesta.
Σε εκείνον αρέσουν τα μπρόκολα, ενώ εκείνη τα σιχαίνεται.

απ' όπου

(literário, arcaico)

περισσεύω, μένω

(BRA, comida, bebida)

Depois da festa, só havia uma garrafa de vinho sobrando.
Μετά το πάρτι περίσσεψε (or: έμεινε) μόνο ένα μπουκάλι κρασί.

προκειμένου

Προκειμένου να αυξήσουμε τις πωλήσεις, το τμήμα μας πρέπει να εργαστεί σκληρά αυτόν τον μήνα.

τέλεια!, φανταστικά!

(BRA)

Você pode vir no sábado? Legal!
Θα μπορέσεις να έρθεις το Σάββατο; Τέλεια!

κρίμα

(coisa infeliz)

Άκουσα ότι ο Τζιμ απολύθηκε από τη δουλειά του, κρίμα!

άντε γαμήσου, άντε και γαμήσου, άι γαμήσου

(vulgar, ofensivo) (χυδαίο)

Συγγνώμη;, Με συγχωρείτε;, Παρακαλώ;

(formal)

τέλεια

(aceitar sugestão ou convite)

Στο διάολο! Άι στο διάολο!

(ofensivo) (αργκό, προσβλητικό)

αυτός που κλέβει, αυτός που δεν παίζει τίμια

A escola está determinada a encontrar trapaceiros e expulsá-los.
Το σχολείο είναι αποφασισμένο να εντοπίσει όσους αντιγράφουν και να τους αποβάλει.

κοκκιώδης υφή

υπερσυντέλικος

(gramática) (ρηματικός χρόνος)

αμφιταλαντευόμενος

(δεν έχει πάρει θέση)

υποδηματοποιός που φτιάχνει μπότες

πρέπει

(obrigação, ter que)

Você deve tirar uma carteira nova de motorista.
Πρέπει να βγάλεις καινούρια άδεια οδήγησης.

αποδεικνύω

ⓘEsta frase não é uma tradução da frase em inglês Ο Ροντ θα τρέξει στο μαραθώνιο γιατί θέλει να αποδείξει κάτι.

κάνω τα στραβά μάτια

(μεταφορικά)

σαν

Todos os meninos querem conhecer uma menina como ela.
Όλα τα αγόρια θέλουν να γνωρίσουν μια τέτοια κοπέλα.

ερχόμενος, προσεχής, επόμενος

O que tu farás na próxima semana?
Τι κάνεις την ερχόμενη εβδομάδα;

στον ορίζοντα

As eminentes montanhas estavam cobertas por nuvens espessas.
Τα βουνά στον ορίζοντα ήταν καλυμμένα από πυκνά σύννεφα.

μη χορταστικός

που αναφέρεται στον υπερσυντέλικο

αγγλόφωνος

φήμες, διαδόσεις

(figurado)

εναέρια ακροβατικά

(fazer acrobacias como voar em um aeroplano) (αεροπλάνο)

βυθομέτρης

(Náutica)

σαν

Era um capacete, como os que os jogadores de futebol americano usam.
Ήταν ένα κράνος σαν αυτό που φοράνε οι παίκτες του ράγκμπι.

Στο διάολο!, Στο διάβολο!

(υβριστικό)

Droga! O que você quer que eu faça?
Στο διάολο πια! Τι θέλεις να κάνω;

εφόσον, αφού

Eu faço o jantar porque você está muito ocupada.
Θα μαγειρέψω εγώ το βραδινό, αφού είσαι τόσο απασχολημένος.

χορταστικός

(comida)

Paul gostava de fazer comida substancial.
Στον Πωλ άρεσε να φτιάχνει χορταστικό φαγητό.

έτσι

(resposta afirmativa)

Ele gosta dela? Acho que sim.
Του αρέσει; Μάλλον ναι.

καθώς, όπως

Enquanto ele estava subindo a escada, o martelo escapou do seu cinto.
Ενόσω ανέβαινε τη σκάλα, το σφυρί γλίστρησε από την ζώνη του.

πώς

Como você nos encontrou?
Πώς στο καλό μας βρήκες;

όπως

Ela fala como o irmão dela.
ⓘEsta frase não é uma tradução da frase em inglês Μιλάει σαν τον αδερφό της.

ρουφήχτρα

(figurado, informal: carro, combustível) (μεταφορικά, καθομ)

διογκούμενος

A enchente no rio ameaçava transbordar as margens.
Το ποτάμι είχε φουσκώσει και κόντευε να υπερχειλίσει.

που καταλαμβάνει μικρό χώρο

αυτός που είναι κατά

(formal)

Τόσο εκείνοι που υποστήριξαν το μέτρο όσο και οι αντίθετοι με αυτό, έκαναν συλλαλητήρια μπροστά από το καπιτώλιο.

γλοιώδης χαρακτήρας

(μεταφορικά)

δόλωμα

(geralmente na internet) (μεταφορικά)

πώς και...;

(pedir explicação)

Πώς και είναι μαύρα όλα τα καπέλα σου;

ελπίζοντας πως, με την ελπίδα πως

γιατί;

τι θα έλεγες να

(introdução de pergunta)

Que tal irmos ao cinema hoje à noite?
Τι θα έλεγες να πηγαίναμε σινεμά απόψε;

που αναπηδάει, που αναπηδά

καυτός

(por causa do calor)

που αξίζει

(τον κόπο, την προσπάθεια)

Dar aulas é um trabalho que vale a pena.
Η διδασκαλία είναι μια σημαντική (or: αξιόλογη) δουλειά.

που περνάει

O barulho do trânsito que passava estava mantendo Joe acordado.
Ο θόρυβος της κίνησης που περνούσε κρατούσε τον Τζο ξύπνιο.

ωριαίος

ο έχων την όρασή του

(λόγιος)

Alunos cegos trabalham junto com os que vêem em algumas aulas.
Οι τυφλοί μαθητές μελετούν μαζί με όσους βλέπουν σε μερικά μαθήματα.

συρρικνούμενος

A cidade que diminuía era visível no espelho retrovisor.
Η πόλη που όλο και μίκραινε φαινόταν στον πίσω καθρέφτη.

συνδετικός

A estrada que liga o hotel à cidade estava apagada.
Ο δρόμος που συνδέει το ξενοδοχείο με την πόλη καθαρίστηκε.

μη εθιστικός

(que não vicia)

ανεπικερδής

προσροφητής

(substância)

που μπορεί να αποφασιστεί

κατάλληλο για φούρνο μικροκυμάτων

Vamos aprender Grego

Então, agora que você sabe mais sobre o significado de que em Grego, você pode aprender como usá-los através de exemplos selecionados e como lê-los. E lembre-se de aprender as palavras relacionadas que sugerimos. Nosso site está em constante atualização com novas palavras e novos exemplos para que você possa pesquisar o significado de outras palavras que não conhece em Grego.

Você conhece Grego

O grego é uma língua indo-européia, falada na Grécia, oeste e nordeste da Ásia Menor, sul da Itália, Albânia e Chipre. Tem a história mais longa registrada de todas as línguas vivas, abrangendo 34 séculos. O alfabeto grego é o principal sistema de escrita para escrever grego. O grego tem um lugar importante na história do mundo ocidental e do cristianismo; A literatura grega antiga teve obras extremamente importantes e influentes na literatura ocidental, como a Ilíada e a Odýsseia. O grego é também a língua em que muitos textos são fundamentais na ciência, especialmente na astronomia, matemática e lógica, e na filosofia ocidental, como os de Aristóteles. O Novo Testamento na Bíblia foi escrito em grego. Esta língua é falada por mais de 13 milhões de pessoas na Grécia, Chipre, Itália, Albânia e Turquia.